top banner 03

book sample2

diathesima2

 

Το βιβλίο «Η λύρα της Κρήτης και του Αιγαίου» στις 220 σελίδες του, με περίπου 80.000 λέξεις και 400 εικόνες, πραγματεύεται την ιστορία, την εξέλιξη και τα οργανοποιητικά χαρακτηριστικά της λύρας στον Αιγιακό χώρο, από το Βυζάντιο μέχρι σήμερα. Παρέχει λεπτομερείς οδηγίες για τα υλικά και την τέχνη κατασκευής της σύγχρονης λύρας της Κρήτης.

Τα βασικά κεφάλαια του βιβλίου είναι:


Η ιστορική αναδρομή

Αφορά στην εμφάνιση και εξέλιξη της λύρας, από νυκτό χορδόφωνο της Μινωικής Κρήτης σε τοξωτό βυζαντινό χορδόφωνο, και η τεκμηρίωση της παρουσίας της στον ελλαδικό χώρο την τελευταία χιλιετία. Επανεξετάζονται κριτικά όλα τα στοιχεία για την παρουσία και την εξέλιξη του οργάνου στην Κρήτη και το χώρο του Αιγαίου.

«...Η σύγχρονη μορφή της λύρας της Κρήτης διαμορφώνεται στο Ρέθυμνο, στις αρχές της 4ης δεκαετίας του 20ου αιώνα. Οι βασικές αλλαγές είναι στο μέγιστο πλάτος του ηχείου, που φτάνει στα 21 εκατοστά και μετατοπίζεται χαμηλότερα από ότι στο λυράκι, η προσθήκη γλώσσας με ελαφρά κλίση και το στένεμα του λαιμού για να αυξηθούν οι εκτελεστικές δυνατότητες του οργάνου, η αντικατάσταση των ξύλινων κλειδιών με μηχανικά (κλειδιά μαντολίνου) ώστε να ρυθμίζεται ευκολότερα και σταθερότερα η τονικότητα των χορδών, που στο μεταξύ έχουν γίνει μεταλλικές και με πολύ μεγαλύτερη τάση από τις παλαιές εντέρινες (συνυπολογίζοντας και την αύξηση της τάσης λόγω της κλίσης της γλώσσας) ώστε να αυξηθεί η ένταση του ήχου που παράγει το όργανο. Το πιθανότερο είναι ότι η τελική νέα μορφή προκύπτει από τη συνεργασία του λυροποιού Γιάννη Παπαδάκη (γνωστού με το ψευδώνυμο Καρεκλάς, ανιψιός του μεγάλου λυράρη Αντώνη Παπαδάκη - Καρεκλά) και του θρυλικού λυράρη Αντρέα Ροδινού. Η μορφή της λύρας που παίζει στα τελευταία χρόνια της σύντομης ζωής του ο Αντρέας Ροδινός (1912 - 1934), είναι αυτή της σύγχρονης λύρας της Κρήτης. Η λύρα αυτή είναι κατασκευασμένη από τον κουμπάρο του Ροδινού Γιάννη Παπαδάκη, με βάση τις προτροπές και απαιτήσεις του Ροδινού, όπως προκύπτει από πλήθος μαρτυρίες γνωστών του Ροδινού αλλά και από τη συνομιλία του γράφοντα με το Μανόλη Σταγάκη, τον Αύγουστο του 2005.»


Η μελέτη των ιστορικών οργάνων

Αποτυπώθηκαν λεπτομερώς το ακριβές σχήμα και μέγεθος, τα μέλη και η κατανομή του πάχους καπακιού και αντηχείου, από οκτώ ιστορικά όργανα:
• Η μία από τις δύο κρητικές λύρες του 18ου αιώνα, που φιλοξενείται στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων Φοίβου Ανωγιανάκη.
• Η βροντόλυρα του γέρο-Πίσκοπου (Νικόλαος Πισκοπάκης), του 19ου αιώνα, που φιλοξενείται στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης.
• Η κρητική λύρα από τα τέλη του 19ου ή τις αρχές του 20ου αιώνα, που πιθανότατα έχει κατασκευαστεί από τον Αμπντούλ Καλημεράκη.
• Δύο Δωδεκανησιακές λύρες της 2ης δεκαετίας του 20ου αιώνα, κατασκευασμένες από τον Εμμ. Μυλωνά στη Νίσυρο και τον Γ. Κυπραίο στις ΗΠΑ.
• Μία λύρα της Θράκης, κατασκευασμένη την 5η ή 6η δεκαετία του 20ου αιώνα από τον Ιορδάνη Κοδμύρη στο Σιδηροχώρι Σερρών.
• Δύο σύγχρονες λύρες της Κρήτης, της 5ης και 7ης δεκαετίας του 20ου αιώνα, κατασκευασμένες στο Ρέθυμνο, η πρώτη από τον Ι. Ζυμπραγουδάκη και η δεύτερη από τον Εμμ. Σταγάκη.

Όλα τα γραμμικά σχέδια από αυτά τα όργανα, οι τομές και η κατανομή του πάχους σε καπάκι και αντηχείο, διατίθενται σε ένθετο στο βιβλίο δίσκο ακτίνας (CD), σε ψηφιακή μορφή και κλίμακα 1:1.


Ακουστική και Οργανοποιία.

Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζονται, με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, οι βασικές έννοιες, τα μεγέθη, και οι νόμοι της Ακουστικής, για τα στοιχειώδη πεδία αυτής της επιστήμης που αφορούν άμεσα στην κατανόηση των διεργασιών της παραγωγής του ήχου από τα μουσικά όργανα, ειδικότερα δε από τα τοξωτά χορδόφωνα όπως η λύρα.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα θέματα που αφορούν πρακτικά στην οργανοποιία, η κατανόηση των οποίων είναι απαραίτητη για να αναλυθούν αντικείμενα όπως η σπουδαιότητα των τρόπων τομής του ξύλου σε σχέση με τις ίνες του, το «κούρδισμα» του καπακιού και της πλάτης του οργάνου, ο υπολογισμός της επιφάνειας των «ματιών» της λύρας με βάση τον όγκο του αντηχείου, ο σχεδιασμός και η θέση της γέφυρας κ.λ.π.

«...Εδώ έρχεται η τέχνη του οργανοποιού. Πρέπει να κατασκευάσει ένα σύστημα που με τον καλύτερο τρόπο θα ενισχύει τις αρμονικές που παράγονται από τη δόνηση των χορδών. Πρέπει να διαλέξει χορδές με τάση και δυσκαμψία που να αποδίδουν την ένταση και τη χροιά του ήχου που απαιτεί το όργανο. Να επιλέξει τις σωστές κλίσεις μεταξύ μπράτσου και χορδοδέτη ώστε η τάση που θα μεταφέρεται από τις χορδές στο καπάκι μέσω της γέφυρας να είναι αυτή που επιτρέπει τη βέλτιστη μεταφορά των δονήσεων. Να κατασκευάσει μια γέφυρα με το κατάλληλο σχήμα, μάζα και δυσκαμψία και να την τοποθετήσει στη σωστή θέση για την ίδια λειτουργία. Να ρυθμίσει, χρησιμοποιώντας κατάλληλα ξύλα (ποιότητα και τομή), πάχη, κατανομές μάζας και καμπυλότητες, τη δυνατότητα και ευαισθησία δόνησης του καπακιού και του σκάφους στο σωστό επίπεδο. Να ανοίξει μάτια στο ηχείο, σε θέση σχήμα και μέγεθος τέτοιο ώστε να έχει τη βέλτιστη απόδοση. Να κάνει την κατάλληλη τελική κατεργασία (λείανση – λουστράρισμα) ώστε να υπάρχει η ελάχιστη απόσβεση, η βέλτιστη ανάκλαση και εκπομπή του παραγόμενου ήχου. Και όλο αυτό να είναι λειτουργικό εκτελεστικά και όμορφο!»


Το ξύλο
Πραγματεύεται τις ιδιότητες και τη δομή του ξύλου, τα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά του που είναι σημαντικά στην οργανοποιία (πυκνότητα, ελαστικότητα, δυσκαμψία, υγρασία), την κοπή ή προμήθεια, τον τεμαχισμό, την παλαίωση, την καταλληλότητα των διάφορων ξύλων για την κατασκευή μουσικών οργάνων και της λύρας.

«...Παραδοσιακά, στο καπάκι της λύρας κυριαρχεί το «κατράνι» ή «φοινίκι». Πρόκειται για τον κέδρο του Λιβάνου (Cedrus libani), κωνοφόρο που φύεται στην οροσειρά του Ταύρου, στα εδάφη των σημερινών κρατών Τουρκίας, Συρίας και Λιβάνου. Είναι το ξύλο με την ευρύτερη χρήση στις κατασκευές της ανατολικής Μεσογείου, από την αρχαιότητα μέχρι και ένα αιώνα πριν από σήμερα (Yaman B. 2007 και σχετικές αναφορές). Στην Ελλάδα χρησιμοποιείται ευρέως στα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη, τόσο ως δομικό υλικό (δοκάρια, πόρτες και παράθυρα οικοδομών) αλλά και στην επιπλοποιία. Τη φήμη και την ευρεία χρήση του από την αρχαιότητα την οφείλει στις φυσικο-μηχανικές ιδιότητές του: χαμηλή προς μέση πυκνότητα, μεγάλη ελαστικότητα, μεγάλη αντοχή στην υγρασία και το σαράκι. Έχει υποκίτρινο χρώμα και πολύ χαρακτηριστικό ευχάριστο άρωμα, λόγω των ρητινών και ελαίων που περιέχει. Όπως σε όλα τα κωνοφόρα, καταγράφεται μεγάλο εύρος πυκνότητας του ξύλου του είδους. Η μέση πυκνότητα που δίνεται στη βιβλιογραφία είναι 0,57 τόνοι ανά κυβικό μέτρο (Brady et. al. 2002). Η πλειοψηφία όμως των δειγμάτων κατρανιού που έχει μετρηθεί από εμάς δίνει τιμές πυκνότητας μεταξύ 0,46 και 0,51.»


Το εργαστήριο
Περιέχει προτάσεις για τη σωστή οργάνωση του χώρου, τα απαραίτητα για την κατασκευή εργαλεία και τα υλικά που απαιτούνται πέραν του ξύλου, όπως τις κόλλες, τα λούστρα, το κερί, το μάργαρο, το κόκαλο και το κέρατο. Δίνονται ακριβείς οδηγίες για την παρασκευή της ψαρόκολλας, των υποστρωμάτων και της γομαλάκας.

«...Το είδος του λούστρου που θα χρησιμοποιηθεί, ο τρόπος που αυτό θα εφαρμοστεί στο όργανο, το πάχος της επικάλυψης, είναι θέματα υπό διαρκή εξέταση από τους οργανοποιούς. Η συζήτηση αυτή, η συσσωρευμένη εμπειρία των οργανοποιών, οι πειραματικές μετρήσεις σε εξειδικευμένα εργαστήρια, και , κυρίως, η μελέτη των οργάνων μεγάλων οργανοποιών όπως αυτών της σχολής της Κρεμόνα του 16ου – 17ου αιώνα (Αμάτι, Γκουαρνιέρι, Στραντιβάρι κ.α.), φαίνεται να καταλήγει σε κάποια συμπεράσματα που εκθέτουμε συνοπτικά παρακάτω, μαζί με τη δική μας γνώμη και άποψη.


Η κατασκευή
«Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται μία εκτενής και αναλυτική περιγραφή όλων των φάσεων και σταδίων κατασκευής μίας σύγχρονης λύρας της Κρήτης, ξεκινώντας από την κατασκευή των προτύπων (στάμπο) και καταλήγοντας στο ...κούρδισμα του οργάνου.
Συνίσταται στη λεπτομερή περιγραφή, με λόγια και εικόνες, όλων των εργασιών κατασκευής μιας συγκεκριμένης λύρας. Αυτή η μέθοδος παρουσίασης επιλέχθηκε για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι εξασφαλίζεται έτσι η συνοχή και η συνέχεια στην περιγραφή όλων των εργασιών, καθώς και η βεβαιότητα ότι δεν θα παραληφθεί καμιά χρήσιμη για την κατασκευή πληροφορία. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αυτή η μέθοδος εγγυάται ότι τα σχέδια, οι αριθμοί και οι περιγραφές των εργασιών που περιέχονται στο κεφάλαιο οδηγούν πράγματι στην κατασκευή μιας «σωστής» οργανοποιητικά λύρας. Είναι η λογική της πλήρους παρουσίασης ενός κατασκευαστικού έργου, περιγράφοντας και τεκμηριώνοντας βήμα προς βήμα κάθε φάση του, ενώ κατασκευάζεται πραγματικά.»

Ο συγγραφέας του βιβλίου είναι ο Γιώργης Βουγιουκαλάκης