Αφού μορφοποιηθεί οριστικά το χείλος του καπακιού, με λίμες και γυαλόχαρτο, χαράζεται με το σχετικό εργαλείο μια γραμμή σε απόσταση 2,5 χλστ από το όριο του χείλους. Ξεκινάμε χαράζοντας απαλά, και επαναλαμβάνουμε πολλές φορές τη χάραξη έως ότου φτάσουμε σε βάθος περίπου 2 χλστ.
Αφού ολοκληρωθεί η χάραξη της γραμμής στην πρόσοψη του καπακιού, χαράζουμε άλλη μία γραμμή στο πλάι του χείλους του καπακιού, σε πάχος 2 χλστ., και με μικρές σμίλες και λίμες αφαιρούμε το ξύλο μεταξύ των δύο γραμμών που χαράχτηκαν, δημιουργώντας ένα αυλάκι πλάτους 2,5 και βάθους 2 χλστ.
Το κορδόνι μπορεί να είναι είτε ένα φιλέτο σκληρό ξύλο όπως ο έβενος, στο οποίο δίνεται με θέρμανση το σχήμα του χείλους της λύρας, είτε ένα πακέτο από τρία φιλέτα καπλαμά, που κολλιούνται στο αντίστοιχο σχήμα. Εδώ προτείνεται το κορδόνι από «ψηφίδες» εβένου και κόκαλου ή μάργαρου.
Μετά την ολοκλήρωση της τοποθέτησης, ετοιμάζεται ένα μίγμα ρευστής ψαρόκολλας ή διαφανούς ρητίνης δύο συστατικών και σκόνης εβένου, και καλύπτεται όλο το κορδόνι. Όταν αρχίσει να στερεοποιείται η κόλλα, αφαιρείται με μία μικρή σπάτουλα ότι περισσεύει. Την επόμενη μέρα δίνεται στο κορδόνι η τελική μορφή του με λίμες και γυαλόχαρτο.